«Ο τουρισμός κρουαζιέρας αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο ανάπτυξης της εθνικής και τοπικής οικονομίας», διαβάζουμε στις δηλώσεις της τέως Γ.Γ. Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης, Ολυμπίας Αναστασοπούλου. Την ίδια στιγμή δεν είναι σπάνιο να ακούμε ντόπιους και επιχειρηματίες στα δημοφιλέστερα νησιά της Ελλάδος να παραπονιούνται για τις ορδές των τουριστών, που δημιουργούν προβλήματα στην ποιότητα ζωής τους και ταυτόχρονα «δεν αφήνουν τίποτα» στον τόπο. Τελικά ωφελεί τις τοπικές κοινωνίες η κρουαζιέρα; Η απάντηση εξαρτάται από το ποιον θα ρωτήσεις.
Προσιτή αίγλη
Όταν ο Κώστας, 89 ετών σήμερα, ξεκίνησε να πηγαίνει τις πρώτες του κρουαζιέρες, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. «Τότε φορούσαμε σμόκιν οι άντρες για τις βραδινές εκδηλώσεις και οι γυναίκες μακριές τουαλέτες. Έβλεπες κόσμο μόνο κάποιου επιπέδου» λέει στο inside story σχεδόν νοσταλγικά, ενθυμούμενος τις δεκάδες κρουαζιέρες που έκανε σε Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. «Λόγω της ναυπήγησης των μεγάλων σκαφών και λόγω του σκληρού ανταγωνισμού, μειώθηκε το κόστος των εισιτηρίων και έτσι είναι πιο προσιτές πλέον οι κρουαζιέρες για όλους» συμπληρώνει.
Όπως μας εξηγεί, η κρουαζιέρα συμφέρει πολύ τους τουρίστες, καθώς αν έπρεπε κανείς να επισκεφτεί 3-4 ελληνικά νησιά και να πληρώσει αεροπορικά, διαμονή και διατροφή, το κόστος θα ήταν πολύ υψηλότερο. Φανταστείτε ότι για μια κρουαζιέρα τον Αύγουστο (7 βραδιές και all inclusive – με μπουφέ, γεύματα σε εστιατόρια και διασκέδαση) μόνο σε ελληνικούς προορισμούς ή και με προορισμούς του εξωτερικού, το κόστος κυμαίνεται γύρω στα 2.000 δολάρια. Για παράδειγμα για μια κρουαζιέρα που συμπεριλαμβάνει τα λιμάνια Βαλέττα (Μάλτα), Συρακούσες (Σικελία), Τσιβιταβέκια (Ρώμη), Μύκονο και Σαντορίνη, το κόστος είναι γύρω στα 1.500 δολάρια.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς λοιπόν γιατί όλο και περισσότεροι νέοι επιλέγουν αυτόν τον τρόπο να ταξιδέψουν, όπου κάθε πρωί ξυπνάς σε έναν νέο προορισμό· οι μελέτες δείχνουν ότι είναι η πιο πιστή ομάδα επισκεπτών κρουαζιέρας. Με μια ιντερνετική βολτα στο TikTok, εύκολα εντοπίζει κανείς τα χιλιάδες βίντεο των νέων που προβάλλουν την υπερπολυτέλεια των δωματίων τους και τα ινσταγκραμικά καρέ των μερών που επισκέπτονται. Παρατηρώντας όμως λίγο καλύτερα τα βίντεο, γίνεται φανερό αυτό που λέει ο Κώστας: «Ο τουρίστας της κρουαζιέρας δεν είναι ο τουρίστας που θα αφήσει λεφτά στην πόλη. Η κρουαζιέρα κατεβάζει κάποιους ανθρώπους οι οποίοι έχουν ένα προκαθορισμένο budget. Λένε “εγώ θα ξοδέψω τόσα λεφτά για να αγοράσω ένα σουβενίρ και τόσα για να τσιμπήσω κάτι, για παράδειγμα να φάω ένα γλυκό”. Ο πελάτης της κρουαζιέρας είναι μόνο για αγορές φτηνών πραγμάτων, για δωράκια, για μαγνητάκια για να θυμούνται που πήγανε, να βγάλουν δύο-τρεις φωτογραφίες και να πούνε “να εδώ ήμουν και στην Σαντορίνη”. Οι περισσότεροι γυρνούν στο καράβι για να φάνε, δεν τους συμφέρει να φάνε έξω. Ειδικά στα πιο μικρά νησιά, όταν βγουν έξω και ρίξουν μια γρήγορη ματιά στο νησί, γυρνάνε για το μεσημεριανό φαγητό στο κρουαζιερόπλοιο το οποίο είναι πλουσιότατο και δεν έχει καμία σχέση με την ποιότητα των εστιατορίων του νησιού, γιατί ο τουρίστας δεν ξέρει που θα βρει το καλό φαγητό στο νησάκι».
Στην πραγματικότητα για αυτούς τους τουρίστες το πλοίο και οι παροχές του είναι ο προορισμός· τα μέρη που επισκέπτονται φαίνονται σαν τα «συνοδευτικά» του ταξιδιού, αυτά που τους προσφέρουν τη χαρά να βάλουν μια πινέζα στο χάρτη και να ξεφωνίσουν «έχω πάει», ακόμα και αν έχουν απλώς πατήσει το πόδι τους εκεί για τέσσερις ώρες.
Αφήνουν χρήματα οι τουρίστες κρουαζιέρας;
Οι επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στις παραδοσιακές μορφές τουρισμού, όπως ξενοδόχοι, εστιάτορες, όσοι έχουν ενοικιαζόμενα δωμάτια ή μαγαζιά που πουλάνε ρούχα, συχνά δηλώνουν την αντίθεσή τους προς τις κρουαζιέρες – και όχι χωρίς λόγο, αφού βλέπουν χιλιάδες τουρίστες στην περιοχή, που όμως δεν κάνουν χρήση των υπηρεσιών τους. «Αν μιλήσετε με κάποιο κατάστημα που πουλάει κοσμήματα, είτε στην Πλάκα, είτε στη Μύκονο, στη Σαντορίνη, θα σας πουν “Αχ, πού είναι αυτοί οι Αμερικανοί επιβάτες κρουαζιερών που κατέβαιναν και αγόραζαν χρυσό”. Αυτός ο τύπος επιβάτη έχει εκλείψει» μας λέει ο Δημήτρη Κούτουλας, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών και σύμβουλος τουριστικής ανάπτυξης για εθνικούς και τοπικούς οργανισμούς τουρισμού. «Είναι κάποιοι που έβγαζαν λεφτά κάποτε, κάποιοι που βγάζουν πολύ καλά λεφτά τώρα και είναι και κάποιοι που απλά βιώνουν τον αρνητικό αντίκτυπο της άναρχης ανάπτυξης, οπότε είναι σημαντικό να δούμε τα συμφέροντα που αναπτύσσονται σε έναν τόπο» σημειώνει.
Ports of call και Home Ports
Όπως αναφέρουν όσοι ασχολούνται με την κρουαζιέρα, υπάρχει μια μικρή διαφοροποίηση μεταξύ των ports of call, που είναι τα λιμάνια στα οποία πιάνει το κρουαζιερόπλοιο για μια ολιγόωρη παραμονή (π.χ. Μύκονος, Σαντορίνη) και στα home ports, αυτά από τα οποία ξεκινά και στα οποία καταλήγει ένα κρουαζιερόπλοιο (π.χ. Πειραιάς). «Εκεί που είναι η έναρξη μιας κρουαζιέρας ή η λήξη της, οι επιβάτες ξοδεύουν περισσότερα γιατί συνηθίζεται να διανυκτερεύουν δύο-τρεις μέρες για να δουν τον τόπο και μετά να ξεκινήσουν τη κρουαζιέρα» θα πει ο κ. Κούτουλας, «γι’ αυτό λοιπόν για να “ωριμάσει” ένας προορισμός στο κομμάτι της κρουαζιέρας λέμε ότι γίνεται προσπάθεια να μετεξελιχθεί σε home port».
Μερικοί που επωφελούνται από τους τουρίστες κρουαζιέρας είναι οι λεμβούχοι (όπου χρειάζονται, όπως για παράδειγμα σε Μύκονο και Σαντορίνη που τα κρουαζιερόπλοια παραμένουν αρόδο και πρέπει κάποιος να μεταφέρει τους επιβάτες στο λιμάνι), όσοι εμπλέκονται σε οργανώσεις εκδρομών όπως για παράδειγμα οδηγοί πούλμαν, ξεναγοί κ.ά., και σε αρκετές περιπτώσεις τα ταξί. «Οι τουρίστες αν κατέβουν νωρίς το πρωί θα έχουν δύο, τρεις, πέντε ώρες στο νησί και κάτι θα θέλουν να κάνουν. Παίρνοντας την Σαντορίνη για παράδειγμα, τα wine tasting tours είναι μια επιλογή. Υπάρχουν κάποιοι activity providers που βγάζουν πολύ καλά λεφτά από τις κρουαζιέρες. Είναι κάποια μικρά γραφεία, που οργανώνουν επισκέψεις σε οινοποιεία για παράδειγμα. Τα ίδια τα οινοποιεία βγάζουν επίσης, πολύ καλά λεφτά από τις κρουαζιέρες. Πλέον υπάρχουν και διάφοροι χώροι που οργανώνουν wine tasting, από μουσεία μέχρι εστιατόρια που έχουν χώρο με ωραία θέα» θα πει ο κ. Κούτουλας.
Συνολικά όμως η εικόνα που διαγράφεται είναι ότι πράγματι οι τουρίστες κρουαζιέρας δεν ξοδεύουν στους προορισμούς που επισκέπτονται τόσα όσα θα δώσει ένας «παραδοσιακός» τουρίστας, που θα διανυκτερεύσει στον τόπο. Ο βασικός λόγος που συμβαίνει αυτό, όπως αναφέρεται και σε σχετική έρευνα, είναι επειδή περνούν λίγο χρόνο σε κάθε μέρος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας που διενεργεί κάθε χρόνο η Τράπεζα της Ελλάδος, η μέση δαπάνη ανα ταξίδι των (μη κατοίκων Ελλάδας) επιβατών κρουαζιέρας υπολογίζεται για το 2022 στα €228,2. Αυτά τα στοιχεια αφορούν τη μέση δαπάνη που πραγματοποιείται στους ελληνικούς λιμένες που επισκέπτονται οι επιβάτες κρουαζιέρας, δηλαδή δεν περιλαμβάνονται έξοδα κρουαζιέρας ή έξοδα που κάνουν πάνω στο πλοίο. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα ετήσια στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος ένας μεμονωμένος ταξιδιώτης το 2022 ξόδεψε ανά ταξίδι στη χώρα μας 632,6€ (στο ποσό δεν περιλαμβάνονται τα εισιτήρια των ταξιδιωτών). Mια μικρή διευκρίνιση ως προς το τελευταίο στοιχείο είναι ότι στην κατηγορία των «ταξιδιωτών» το μεγαλύτερο μέρος είναι μεν τουρίστες, αλλά περιλαμβάνονται και άτομα που επισκέπτονται τη χώρα μας για λόγους υγείας ή εργασίας (π.χ. φορτηγατζήδες από άλλες χώρες ή εποχικοί εργαζόμενοι – όχι όμως άτομα που θα μείνουν για πάνω από ένα έτος ή θα μεταναστεύσουν).
«Δεν υπάρχουν οι υποδομές για τόσες χιλιάδες ανθρώπους»
Η γενικότερη αίσθηση των ντόπιων με τους οποίους μιλήσαμε συνοψίζεται στα: έρχονται, βλέπουν, φεύγουν, δεν αφήνουν χρήματα και δημιουργούν κυρίως κυκλοφοριακά προβλήματα.
«Παλιά έρχονταν κρουαζιερόπλοια, αλλά όχι τόσα πολλά και μαζεμένα. Ερχόταν ένα καράβι κάθε μια-δύο μέρες. Άντε δύο καράβια το πολύ. Δεν ήταν αυτή η κατάσταση» θα μας πει ο Χρήστος Ραΐσης, που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στη Σαντορίνη. Τονίζει ότι ούτως η άλλως τα αμάξια που κυκλοφορούν στο νησί είναι περισσότερα από όσα θα έπρεπε και τώρα με τα κρουαζιερόπλοια η κατάσταση έχει γίνει ασφυκτική. «Αν μου πεις τώρα φύγε και πήγαινε στα Φηρά ή πήγαινε στη Οία, θα το σκεφτώ πολύ να πάω με αυτοκίνητο. Αν δεν είναι υποχρεωτικό θα πάρω το μηχανάκι να πάω. Αλλιώς μπορεί και να μην πάω. Είναι πολύ δύσκολο να πας και να γυρίσεις. Στην Αθήνα θα βρεις κάποιο στενό να φύγεις. Εδώ πέρα δεν υπάρχει, είναι ένας ο δρόμος. Λυπάμαι για το νησί, γιατί δεν ήταν έτσι» λέει στο inside story.
Τα προγράμματα τόσο των ντόπιων όσο και των τουριστών που διαμένουν στα καταλύματα πολύ συχνά διαμορφώνονται με βάση το πόσα κρουαζιερόπλοια έχουν φτάσει στο νησί. «Δεν υπάρχουν οι υποδομές για να κυκλοφορούν τόσες χιλιάδες άτομα την ίδια στιγμή στα Φηρά» μας λέει η Χρυσάνθη-Νεκταρία Γεωργάκη, που τα τελευταία πέντε καλοκαίρια δουλεύει στη Σαντορίνη. «Ήδη από τα προηγούμενα χρόνια, που δεν ήταν τόσα πολλά τα κρουαζιερόπλοια, όταν κάποιος πελάτης του ξενοδοχείου μάς έλεγε ότι θα πάει στα Φηρά για βόλτα, βλέπαμε πρώτα πόσα κρουαζιερόπλοια θα έχει και τους συμβουλεύαμε: “θα έχει τρία κρουαζιερόπλοια, καλύτερα να μην πάτε, δεν θα μπορείτε να περπατήσετε. Πηγαίντε μεθαύριο που θα έχει δύο”. Επιπλέον, όσους από τις κρουαζιέρες είναι στα Φηρά, θα τους πάρουν με πούλμαν να τους πάνε στην Οία και έτσι δημιουργείται και πρόβλημα στο οδικό δίκτυο. Δεν υπάρχουν πάρκινγκ, σταματούν άναρχα τα πούλμαν και γίνεται ένας χαμός».
Αφίξεις Αυγούστου στη Σαντορίνη
Σύμφωνα με τις προγραμματισμένες αφίξεις, τον Αύγουστο στην Σαντορίνη θα φτάσουν 115 κρουαζιερόπλοια – τον περσινό μήνα ήταν 102. Μέσα σε μια μέρα, μπορεί να φτάσουν εντός διώρου μέχρι και τέσσερα κρουαζιερόπλοια, χωρητικότητας συνολικά 10.000 επιβατών.
Εδώ μπορείτε να δείτε όλα τα κρουαζιερόπλοια που κινούνται σε Ελλάδα και εξωτερικό σε πραγματικό χρόνο.
«Σίγουρα είναι ένα είδος τουρισμού που πρέπει να υπάρχει και λειτουργεί ως διαφήμιση για το νησί, γιατί έχω ακούσει πελάτες που λένε ότι είχαν έρθει με κρουαζιέρα πριν χρόνια και τώρα επισκέπτονται το νησί για 4-5 μέρες» λέει η Γεωργάκη. «Αλλά για τόσο κόσμο που κατεβαίνει, δεν αφήνουν κάτι. Οι ντόπιοι που ακούω δεν το υποστηρίζουν. Εγώ που έμενα πέρυσι μόνιμα στο νησί, το μεσημέρι δεν πατούσα στα Φηρά. Ήθελα να πεταχτώ για να αγοράσω κάτι π.χ. ένα καλλυντικό και σκεφτόμουν ότι δεν θα μπορούσα ούτε να περπατήσω ούτε να παρκάρω. Προτιμούσα να μου τα φέρει η ACS σε δύο εβδομάδες».
Συγκεκριμένα στη Σαντορίνη υπάρχει και το πρόβλημα της χωρητικότητας του τελεφερίκ. Όπως μας λένε άλλοι κάτοικοι του νησιού, όταν φτάνουν οι τουρίστες από τις κρουαζιέρες στο παλιό λιμάνι, μπορούν να ανέβουν μόνο με το τελεφερίκ ή με τα γαϊδουράκια. Το τελεφερίκ μπορεί να εξυπηρετήσει περίπου 1.200 άτομα την ώρα, οπότε όταν καταφθάνουν συγχρόνως έστω και δύο κρουαζιέρες, καθυστερεί αρκετά η ανάβαση. «Μιλάω συχνά με τουρίστες κρουαζιέρας μέσω της δουλειάς μου και δεν είναι λίγες οι φορές που μου λένε ότι περιμένουν δύο ώρες να ανέβουν και έπειτα άλλο τόσο για να κατέβουν» θα μας πει ο Νικόλας Αλεφραγκής, φωτογράφος και μόνιμος κάτοικος της Σαντορίνης.
Και από άλλα νησιά ακούσαμε παράπονα για τα κυκλοφοριακά προβλήματα που δημιουργεί η κρουαζιέρα. Στη Μύκονο, όπου τα σοκάκια πλημμυρίζουν από κόσμο, ντόπιοι και τουρίστες καταλυμάτων δυσανασχετούν. Επιπλέον, όπως μας λέει κάτοικος Μυκόνου που έχει το σπίτι του κοντά στο λιμάνι, «όταν είναι 2-3 κρουαζιερόπλοια στη Χώρα και φυσάει νοτιάς ή έχουμε άπνοια, είναι απελπισία με τα καυσαέρια. Είναι λες και είσαι στον Πειραιά».
Από την Πάτμο, ακόμη έναν προορισμό κρουαζιέρας, η πρόεδρος του περιβαλλοντικού συλλόγου Ιππόκαμπος, Ιωάννα Μέμου, μας λέει ότι «υπάρχει πρόβλημα γιατί το νησί είναι πολύ μικρό. Όσοι κατεβαίνουν από τις κρουαζιέρες κάνουν συνήθως εκδρομή στην Ιερά Μονή και στο ιερό της Αποκάλυψης και τα πούλμαν δημιουργούν τεράστιο μποτιλιάρισμα, γιατί δεν υπάρχει πάρκινγκ, με αποτέλεσμα να σταθμεύουν στο δρόμο και για να περάσεις να πρέπει να μπεις στο αντίθετο ρεύμα. Επιπλέον, η ζωή επιβαρύνεται τρομερά, όχι μόνο των ντόπιων αλλά και των λοιπών παραθεριστών, γιατί όταν κάποιος επιλέγει ένα νησί για να κάνει τις διακοπές του, αν μη τι άλλο θέλει ηρεμία. Όταν λοιπόν ξαφνικά κατεβαίνουν αυτά τα πλήθη των τουριστών και έρχονται κατά πάνω του, για κανέναν δεν είναι ευχάριστο». Ο συγκεκριμένος σύλλογος αντιτίθεται επίσης και στο masterplan που υπάρχει για την δημιουργία μεγαλύτερης προβλήτας στο λιμάνι για την πρόσδεση κρουαζιερόπλοιων 220 μέτρων: «Οι ντόπιοι έχουν πιστέψει βαθιά, όχι μόνο εδώ στην Πάτμο, ότι ο τουρισμός είναι η μόνη πηγή εισοδήματός τους και δεν μπορεί να είναι άλλη. Οτιδήποτε τους ενοχλεί σκέφτονται ότι “μήνας είναι και θα περάσει, ας το υποστούμε γιατί δεν έχουμε εναλλακτική είναι η μόνη μας πηγή εσόδων”. Δεν συμφωνούμε βέβαια εμείς ως σύλλογος με αυτό».
Περιορισμοί στην Ευρώπη, στην Ελλάδα τίποτα
Την στιγμή που σε άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς οι τοπικές κοινωνίες εναντιώνονται στον υπερτουρισμό της κρουαζιέρας, στην Ελλάδα δεν υπάρχει οργανωμένη αντίδραση που να έχει οδηγήσει σε κάποια ρύθμιση – παρότι η ανοδική τάση θα συνεχίσει και του χρόνου. Στην Ιταλία από το 2021 έχει απαγορευτεί η διέλευση των κρουαζιερόπλοιων από τη λιμνοθάλασσα της Βενετίας, για να προστατευτεί η πόλη. Παρόμοιες κινήσεις ανακοίνωσε πρόσφατα το Άμστερνταμ, ενώ συζητήσεις από πολιτικούς για περιορισμούς στην κρουαζιέρα υπάρχουν και στη Βαρκελώνη.
Ρωτήσαμε τον Χρίστο Χριστοφόρου, διευθυντή επιχειρήσεων στο Amphitrion Holidays (αντιπροσωπεία από ξένες εταιρείες κρουαζιερόπλοιων) αν σε σχέση με άλλες χώρες υπάρχει κάποιος «κόφτης» στις κρουαζιέρες που έρχονται. «H κάθε εταιρεία δηλώνει την πρόθεσή της (πρόπερσι έγινε ο προγραμματισμός των φετινών δρομολογίων) να κάνει μια προσέγγιση σε ένα λιμάνι και με σειρά προσέγγισης, το λιμάνι λέει στην εταιρεία ναι ή όχι. Στο εξωτερικό όταν φτάσει στο όριό του το κάθε λιμάνι τους λέει όχι. Τους λέει “έχω χώρο για τόσα άτομα, τόσο κόσμο, τόσα πλοία, συγνώμη αλλά αργήσατε”. Εδώ δεν υπάρχει αυτό, κανείς δεν τους λέει ποτέ όχι». Ακόμα και σε λιμάνια που υπάρχει σύστημα προκαθορισμένων θέσεων για τα κρουαζιερόπλοια (slots), όπως τη Σαντορίνη, σχολιάζει ο Χριστοφόρου, δεν λαμβάνεται υπόψιν το μέγεθος του κάθε κρουαζιερόπλοιου και ο αριθμός επιβατών του.Image
Ο Χριστοφόρου, που είναι πολλά χρόνια στον χώρο, αιτιολογεί αυτή την έλλειψη ορίων μονολεκτικά: «Οφείλεται στη λαιμαργία, μιας και η κρουαζιέρα αφήνει πολλά λεφτά και στον Δήμο και σε ντόπιους και στο λιμενικό ταμείο. Όταν έρχεται ένα κρουαζιερόπλοιο, δουλεύουν οι ξεναγοί, τα πούλμαν, οι αρχαιολογικοί χώροι, τα εστιατόρια, τα οινοποιεία. Μπορεί να μην είναι όπως παλιότερα, που ερχόταν ένα αμερικανικό πλοίο και αφήναν τα δολάρια με το συνάλλαγμα, αλλά αφήνουν λεφτά. Απλώς ειδικά η Μύκονος και η Σαντορίνη έχουν μάθει στα πάρα πολλά λεφτά και δεν έχουν ούτε τον χρόνο, ούτε τον χώρο να εξυπηρετήσουν τόσο άτομα. Οι ντόπιοι θέλουν πελάτες που δίνουν πάρα πολλά λεφτά» θα πει.
Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον
Αφήνοντας στην άκρη τα οικονομικά οφέλη, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι δεν υπάρχει κανένα περιβαλλοντικό όφελος από τη δραστηριότητα των κρουαζιερόπλοιων. Αντιθέτως: μόλυνση του αέρα, μόλυνση των υδάτων, καταστροφή του θαλάσσιου περιβάλλοντος και ηχορύπανση είναι μερικά από τα αρνητικά που καταμετρώνται από περιβαλλοντικές ομάδες. Επιπλέον ακόμα και σήμερα υπάρχει η συζήτηση της περιβαλλοντικής μόλυνσης που προκαλεί στο θαλάσσιο περιβάλλον το βυθισμένο κρουαζιερόπλοιο Sea Diamond, 15 χρόνια μετά το συμβάν.
Σε δημοσίευσή τους πανεπιστημιακοί από την Ισπανία, την Κροατία και την Αγγλία υπολογίζουν ότι η συνολική ποσότητα σκουπιδιών που παράγεται από ένα κρουαζιερόπλοιο που μεταφέρει 2.700 επιβάτες μπορεί να υπερβαίνει τον έναν τόνο την ημέρα. Επιπλέον, ένα μεγάλο κρουαζιερόπλοιο έχει μεγαλύτερο αποτύπωμα άνθρακα από 12.000 αυτοκίνητα, ενώ μια διανυκτέρευση σε κρουαζιερόπλοιο καταναλώνει 12 φορές περισσότερη ενέργεια από μια διαμονή σε ξενοδοχείο. Όπως τονίζουν περιβαλλοντικοί ακτιβιστές, ακόμα και όταν είναι αγκυροβολημένο ένα κρουαζιερόπλοιο, συνεχίζει να έχει ανοικτές τις μηχανές του για να τροφοδοτεί με ηλεκτρισμό την πλωτή πόλη (εκτός από κάποια λιμάνια που έχουν ειδικές υποδομές για να συνδέονται).
Τον Ιούνιο η Transport & Environment, μια περιβαλλοντική ΜΚΟ που κάνει λόμπινγκ για την προστασία του περιβάλλοντος, δημοσίευσε μια μελέτη στην οποίαν εκτιμά την εκπομπή ατμοσφαιρικών ρύπων (οξείδια του θείου – SOx, οξείδια του αζώτου – NOx και λεπτά σωματίδια – PM2.5) από κρουαζιερόπλοια σε μεγάλους λιμένες της Ευρώπης το 2022. Αναλύοντας στοιχεία όπως τον αριθμό των κρουαζιερόπλοιων που επισκέφτηκαν κάθε λιμάνι, τις μηχανές και τα καύσιμα που χρησιμοποίησαν, τον χρόνο που έμειναν σε κάθε λιμάνι κ.λπ., εκτίμησαν την ποσότητα ρύπων που εξέπεμψαν και κατέταξαν τα πιο μολυσμένα λιμάνια στην Ευρώπη. Στην τρίτη θέση (από 30 λιμάνια)βρίσκεται ο Πειραιάς, ακολουθώντας τη Βαρκελώνη και την Τσιβιταβέκια στην Ιταλία. Όπως σημειώνεται, αυτή η κατάληξη του Πειραιά συνδέεται με την αύξηση των κρουαζιερόπλοιων που έφτασαν σε σχέση με το 2019. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση της Βενετίας, που ενώ το 2019 βρισκόταν στην πρώτη θέση, τώρα έχει πέσει στην 41η, λόγω της απαγόρευσης των κρουαζιερόπλοιων που επέβαλε η πόλη.
Άλλες καλές εξελίξεις που αναφέρονται στην έρευνα είναι η Ίμπιζα, που έχει μειώσει τις θέσεις των κρουαζιερόπλοιων στο λιμάνι αυξάνοντας αυτές των ακτοπλοϊκών γραμμών (ferry) και του Δουβλίνου, που αύξησε τις θέσεις για τα κοντέινερ λόγω του Brexit.
Oρισμένα κρουαζιερόπλοια χρησιμοποιούν ειδικούς καθαριστές (scrubbers) για τα καύσιμα που χρησιμοποιούν. Όπως τονίζουν όμως οι περιβαλλοντικές ομάδες, μπορεί αυτά τα φίλτρα να μειώνουν πράγματι τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, αλλά επειδή για τη λειτουργία τους ανακατεύεται μολυσμένο νερό με θαλασσινό νερό που έπειτα απελευθερώνεται στην θάλασσα, δημιουργείται ανησυχία για την χημική σύνθεση του νερού των ωκεανών (με την απελευθέρωση μετάλλων και σωματιδίων) και για τη θαλάσσια ζωή.
Αν κάποιος θέλει πιο συγκεκριμένες πληροφορίες για κάποιο κρουαζιερόπλοιο, μπορεί να εξετάσει την κατάταξη του περιβαλλοντικού οργανισμού Friends of Earth Cruise Ship Report Card | Friends of Earth, που περιλαμβάνει ορισμένα που επισκέπτονται τις ελληνικές ακτές. Εκεί βαθμολογούν τα κρουαζιερόπλοια με βάση 2022 την επεξεργασία των λυμάτων τους, την προσπάθεια που κάνουν οι εταιρείες για μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της μόλυνσης των υδάτων και τη διαφάνεια. Όπως εξηγεί η ομάδα, εκτός από την ατμοσφαιρική ρύπανση και την ρύπανση των υδάτων τα κρουαζιερόπλοια δημιουργούν ηχορύπανση, που επηρεάζει τα θαλάσσια πλάσματα στην καθημερινότητά τους, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι λίγες οι φορές που κρουαζιερόπλοια έχουν χτυπήσει φάλαινες.
Αν η χώρα θέλει να συνεχίσει με αυτού του είδους τον τουρισμό, λέει ο Κούτουλας, θα πρέπει να υπάρχουν οι σωστές προσδοκίες. «Να είναι ξεκάθαρο το πώς ξοδεύουν χρήματα οι επιβάτες κρουαζιέρας, και άρα να έχουμε μια ρεαλιστική εικόνα για το τι τελικά να περιμένουμε από εκεί. Υπάρχουν τόποι που υποφέρουν, άρα λοιπόν πρέπει να εξετάσουμε την χωρητικότητα και τη δυναμικότητα. Θα πρέπει να δούμε πόσα πλοία αντέχει ο τόπος μας και να θέσουμε κάποια όρια. Προφανώς να δώσουμε φωνή στους ανθρώπους που έχουν συμφέρον να αναπτυχθεί η κρουαζιέρα, γιατί αυτός ο τουρισμός φέρνει κάποιο χρήμα στον τόπο, δημιουργούνται κάποιες θέσεις απασχόλησης και ευκαιρίες για εισόδημα, αλλά από την άλλη δεν θα πρέπει να μένουν βωβοί και άνθρωποι οι οποίοι εισπράττουν τις αρνητικές επιπτώσεις. Χρειάζεται ένας δημοκρατικός διάλογος σε τοπικό επίπεδο και να θέσουμε κάποια όρια. Επίσης, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε μόνο τα μεγάλα σύγχρονα κρουαζιερόπλοια, καθώς υπάρχουν και μικρά κρουαζιερόπλοια που προσφέρουν θεματικές κρουαζιέρες, για παράδειγμα αρχαιολογικού ή γαστρονομικού ενδιαφέροντος και αυτά τα μικρού και μεσαίου μεγέθους κρουαζιερόπλοια είναι καλά για την κλίμακα των ελληνικών νησιών. Το να στοχεύσουμε σε τέτοιου είδους κρουαζιέρα με πελάτες που είναι πιο συνειδητοποιημένοι, ενδιαφέρονται περισσότερο για αυτά που προσφέρει ο τόπος μας και που έχουν και περισσότερα χρήματα να ξοδέψουν, είναι πιο υγιές. Τώρα κινούμαστε λίγο παθητικά. Έρχονται οι μεγάλες εταιρείες, μας χτυπούν την πόρτα. Κάνουν το λόμπινγκ τους και ασχολούμαστε με αυτές».
Κείμενο: Ελευθερία Τσαλίκη
0 Σχόλια